Η διατροφή ανηλίκου όταν ο γονέας έχει εθισμό αποτελεί μία από τις πιο απαιτητικές και επικίνδυνες κατηγορίες οικογενειακών διαφορών, γιατί εμφανίζεται ο κίνδυνος τα χρήματα να μην καταλήγουν ποτέ στο παιδί. Όταν ο γονέας που έχει την επιμέλεια ή τη φροντίδα λαμβάνει μηνιαία διατροφή, αλλά πάσχει από εθιστικές συμπεριφορές — όπως τυχερά παιχνίδια, ουσίες, αλκοόλ ή οποιαδήποτε άλλη εξάρτηση — τότε πολύ συχνά τα ποσά αυτά σπαταλώνται για να συντηρηθεί ο εθισμός και όχι για τις πραγματικές ανάγκες του παιδιού. Σε αυτές τις περιπτώσεις, τα Δικαστήρια δείχνουν μηδενική ανοχή, καθώς ο θεσμός της διατροφής εξυπηρετεί αποκλειστικά το συμφέρον του ανηλίκου.
Η νομολογία είναι σταθερή: η διατροφή δεν είναι προσωπικό εισόδημα του γονέα, αλλά χρήματα που ανήκουν στο παιδί και πρέπει να καλύπτουν τις ανάγκες του — στέγη, τροφή, ρουχισμό, σχολικές δαπάνες, ιατρική φροντίδα και δραστηριότητες. Αν αποδειχθεί ότι ο γονέας χρησιμοποιεί τα χρήματα για τον εθισμό του, αυτό θεωρείται κακή διαχείριση, παραμέληση και σοβαρή παρέκκλιση από το καθήκον επιμέλειας. Τα Δικαστήρια έχουν τη δυνατότητα να παρέμβουν άμεσα, καθώς τέτοιες συμπεριφορές πλήττουν άμεσα την καθημερινότητα, την ασφάλεια και τη συναισθηματική σταθερότητα του παιδιού.
Ο γονέας που αντιλαμβάνεται ότι η διατροφή δεν καταλήγει στο παιδί μπορεί να προσφύγει δικαστικά και να ζητήσει τροποποίηση του τρόπου καταβολής. Το ποσό μπορεί να μειωθεί, να ανακαθοριστεί ή — συνηθέστερα — να μετατραπεί σε καταβολή «σε είδος» αντί για χρήμα. Αυτό σημαίνει ότι το Δικαστήριο μπορεί να διατάξει ο υπόχρεος να πληρώνει απευθείας τα δίδακτρα του σχολείου, το φροντιστήριο, τις ιατρικές δαπάνες, τις αθλητικές δραστηριότητες ή ακόμη και βασικά έξοδα, ώστε να μην περνάει καθόλου χρήμα από τον γονέα που έχει εθιστική συμπεριφορά. Με αυτό τον τρόπο, προστατεύεται πλήρως το ανήλικο και διασφαλίζεται ότι η διατροφή πράγματι αξιοποιείται όπως ορίζει ο νόμος.
Αν ο εθισμός του γονέα επηρεάζει όχι μόνο τα οικονομικά αλλά και τη φροντίδα του παιδιού, τότε ο άλλος γονέας μπορεί να ζητήσει και αλλαγή επιμέλειας ή αναμόρφωση ρυθμίσεων. Ειδικά σε περιπτώσεις όπου το παιδί στερείται βασικών αγαθών, εμφανίζει παραμέληση, δεν εξυπηρετούνται σχολικές ανάγκες ή υπάρχουν χρέη προς δομές του παιδιού, το Δικαστήριο εξετάζει και την καταλληλότητα του γονέα που έχει την καθημερινή μέριμνα. Η ύπαρξη εθισμού και η σπατάλη της διατροφής είναι στοιχεία που μπορούν να ανατρέψουν πλήρως τη νομική ρύθμιση που ισχύει μέχρι εκείνη τη στιγμή.
Για να αποδειχθεί κακή χρήση της διατροφής, κρίσιμα στοιχεία είναι μαρτυρίες, τραπεζικές κινήσεις, σχολικές οφειλές, ιατρικά έξοδα που δεν καλύφθηκαν, καταγγελίες για παραμέληση, αποδείξεις εθιστικών συμπεριφορών ή πρόσβαση σε θεραπευτικές δομές. Το Δικαστήριο εξετάζει αν η διατροφή αντανακλάται στις πραγματικές ανάγκες του παιδιού. Αν το παιδί στερείται βασικά είδη ή οι ανάγκες του πληρώνονται από τον άλλο γονέα, ενώ ο δικαιούχος διατροφής εμφανίζει δαπάνες που σχετίζονται με τον εθισμό, τότε θεωρείται αποδεδειγμένη κακή χρήση των χρημάτων.
Σε κάθε περίπτωση, ο εθισμός του γονέα που λαμβάνει τη διατροφή δεν αφαιρεί από τον υπόχρεο την ευθύνη της καταβολής της. Το κριτήριο δεν είναι η συμπεριφορά του άλλου γονέα, αλλά το συμφέρον του παιδιού. Γι’ αυτό, ακόμη κι αν αλλάξει ο τρόπος καταβολής, το ποσό της διατροφής διατηρείται στο ύψος που απαιτούν οι ανάγκες του ανηλίκου. Αυτό που αλλάζει είναι ο τρόπος διάθεσης και η διασφάλιση ότι το παιδί καλύπτεται πραγματικά.
Συνοπτικά, όταν υπάρχει εθισμός, η καταβολή διατροφής χρειάζεται αυστηρό έλεγχο. Αν τα χρήματα χρησιμοποιούνται για τον εθισμό αντί για το παιδί, ο γονέας μπορεί να ζητήσει άμεσα δικαστική παρέμβαση, καταβολή σε είδος, μείωση ή ανακαθορισμό και, όπου απαιτείται, αλλαγή επιμέλειας. Η προστασία του ανηλίκου υπερισχύει κάθε άλλης παραμέτρου και το Δικαστήριο εφαρμόζει μέτρα που διασφαλίζουν ότι η διατροφή φτάνει εκεί όπου πρέπει: στο ίδιο το παιδί.
Για εξατομικευμένη νομική καθοδήγηση ή κατάθεση αίτησης, μπορείτε να κλείσετε online ραντεβού με δικηγόρο.
